Thursday, June 28, 2007
Πριν φτιάξω το δικό μου σπιτάκι, στις …ατέρμονες πτήσεις μου γνώρισα ένα αρχοντικό, που από φηλά μου έκανε ενtύπωση μεγάλη.
Προχθές, ο ιδιοκτήτης του, που πάντα ορθάνοιχτα έχει τα παραθύρια του, είχε φώτα αναμμένα….
Kαι …μες τες πολλές και όμορφα λαξεμένες κουβέντες, από επιδέξιο γλύπτη, θυμήθηκα τούτο το ποίημα που παραθέτω και βρήκα πριν μερικά χρόνια σε ημερήσια εφημερίδα, στη στήλη των αναγνωστών. Μου άρεσε, γιατί με άγγιξε εκεί που πονώ… Εκείνη ακριβώς την περίοδο …το εξαφανίσανε από προσώπου γης, μέσα σε λίγες ώρες. Κόποι πολλών χρόνων, ..τοίχοι που αγκάλιασαν λύπες, γέλια, χαρές, ανησυχίες, έρωτες, προβληματισμούς, μα πάνω απ’ όλα ΧΑΜΟΓΕΛΑ και ΑΠΛΕΤΗ ΑΓΑΠΗ ενός Παππού και μιας Γιαγιάς, που ποτέ δεν ξεχνώ… Και επειδή μου αρέσει πράγματα, που αρέσουν σε μένα, να μοιράζομαι με δικούς μου ανθρώπους, ΙΔΕΤΕ:
Προχθές, ο ιδιοκτήτης του, που πάντα ορθάνοιχτα έχει τα παραθύρια του, είχε φώτα αναμμένα….
Kαι …μες τες πολλές και όμορφα λαξεμένες κουβέντες, από επιδέξιο γλύπτη, θυμήθηκα τούτο το ποίημα που παραθέτω και βρήκα πριν μερικά χρόνια σε ημερήσια εφημερίδα, στη στήλη των αναγνωστών. Μου άρεσε, γιατί με άγγιξε εκεί που πονώ… Εκείνη ακριβώς την περίοδο …το εξαφανίσανε από προσώπου γης, μέσα σε λίγες ώρες. Κόποι πολλών χρόνων, ..τοίχοι που αγκάλιασαν λύπες, γέλια, χαρές, ανησυχίες, έρωτες, προβληματισμούς, μα πάνω απ’ όλα ΧΑΜΟΓΕΛΑ και ΑΠΛΕΤΗ ΑΓΑΠΗ ενός Παππού και μιας Γιαγιάς, που ποτέ δεν ξεχνώ… Και επειδή μου αρέσει πράγματα, που αρέσουν σε μένα, να μοιράζομαι με δικούς μου ανθρώπους, ΙΔΕΤΕ:
«ΓΚΡΕΜΙΖΟΥΝΕ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ
Γκρεμίζουνε το σπίτι που γεννήθηκα
που ήταν ζεστό σα μάνας αγκαλιά.
Εργάτες σκονισμένοι το πληγώνουνε
χτυπώντας το αδιάφοροι.
Του βγάλανε σα μάτια τα παράθυρα,
που άφηναν εξω τη νυχτιά
και καλωσόριζαν τη μέρα.
Διώξανε της μητέρας τη σκιά,
που στη βεραντα την ψηλή,
σαν περιστέρια μας καμάρωνε.
Χαλάσανε τις κάμαρες
που ήταν σε κάθε τους γωνιά
σωροί τα γέλια και τα δάκρυά μας,
Ρίξαν’ την πόρτα την πελώρια
που καλοδέχονταν και ξένους και δικούς.
΄Ολα συντρίμμια,
τα γκρεμίζουνε τριγύρω μου
κι’ εγώ σκυφτή μεσ’ τη ποδιά,
μαζεύω με στοργή τις αναμνήσεις…«
Advertisements